Η ευρεία εξάπλωση του ιού 2019-nCov έχει προκαλέσει παγκόσμια ανησυχία και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ.) σήμανε παγκόσμιο συναγερμό στις 30 Ιανουαρίου 2020. Σύμφωνα με τις σχετικές οδηγίες, τα μέτρα ατομικής υγιεινής είναι πολύ σημαντικά για τη διακοπή της διασποράς του ιού.
Τι γίνεται όμως με τα μέτρα «ψυχικής υγιεινής» σε ό,τι αφορά την διαχείριση του άγχους της ευρύτερης κοινότητας για μια μελλοντική πανδημία και πώς επηρεάζεται η ψυχολογία των παιδιών;
Καρναβαλικές και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις ακυρώνονται, σχολεία-πανεπιστήμια κλείνουν, σούπερ-μάρκετ αδειάζουν, ολόκληρές πόλεις μπαίνουν σε καραντίνα. Επικρατεί υψηλός φόβος στον κόσμο ότι θα μολυνθούν, δεν θα μπορούν να ανταπεξέλθουν στην καθημερινότητά τους ή ακόμα και ότι θα πεθάνουν. Η κατάσταση αυτή και οι μέχρι στιγμής αλλαγές δεν αφήνουν αμέτοχα και ανεπηρέαστα τα παιδιά.
Κάποια παιδιά (ίσως και τα περισσότερα) περνούν από την εμπειρία αυτή αλώβητα. Άλλα παιδιά πάλι είναι πιθανό να φαίνονται έως και ενθουσιασμένα από αυτή την καινούρια «περιπέτεια». Αργότερα όμως, καθώς καταλαγιάσουν τα πράγματα, μερικά μπορεί να παρουσιάσουν κάποιες καθυστερημένες αντιδράσεις. Υπάρχουν παιδιά, βέβαια, που αντιδρούν με έντονο άγχος από την αρχή, ακόμα και αν δεν έχουν επηρεαστεί άμεσα από την εξάπλωση του ιού τα ίδια ή οι οικογένειες τους.
Οι συνηθέστεροι φόβοι των παιδιών μετά από μία καταστροφή ή, εν προκειμένω, πανδημία είναι ότι θα ξανασυμβεί, ότι κάποιος θα αρρωστήσει ή και θα πεθάνει, ότι θα χωριστούν από την οικογένειά τους και θα μείνουν μόνα.
Μερικές από τις κοινές αντιδράσεις των παιδιών είναι ότι:
- Θέλουν να μιλήσουν για ό,τι συνέβη. Θα πουν πολλές φορές και σε πολλούς τι είδαν και πώς το είδαν, τι άκουσαν, πώς ένιωσαν και τι έκαναν αλλά και θα κάνουν πολλές ερωτήσεις για το τι συνέβη και στους άλλους.
- Προβλήματα ύπνου. Εφιάλτες, φόβος να πάνε για ύπνο, ή δυσκολία να κοιμηθούν είναι συνηθισμένες αντιδράσεις όταν βρίσκονται κάτω από έντονο στρες.
- Άγχος αποχωρισμού. Εμφανίζουν φόβο ότι οι γονείς τους θα τους εγκαταλείψουν, αρνούνται να πάνε σχολείο, θέλουν να κοιμούνται μαζί με τους γονείς τους, και ζητούν συχνά επιβεβαίωση ότι όλα θα πάνε καλά.
- Φόβοι και ανησυχίες. Τα παιδιά συχνά παρουσιάζουν συνεχή διέγερση, ενώ δίνουν υπερβολική προσοχή σε ό,τι συμβαίνει γύρω τους (πχ προσέχουν και τρομάζουν σε κάθε σωματική ενόχληση μετά από μία ασθένεια).
- Εμφάνιση διασπαστικών συμπεριφορών. Υπερκινητικότητα, παρορμητικότητα, διάσπαση προσοχής μπορεί να παρατηρηθούν ως αποτέλεσμα της αύξησης της διέγερσης. Κάποιες φορές παρατηρείται και επιθετικότητα.
- Συναισθηματική ευαισθησία. Τα παιδιά είναι πιο ευαίσθητα από τους ενήλικες. Ανησυχούν εύκολα και θυμώνουν πιο εύκολα.
- Σωματικά προβλήματα. Σωματικά παράπονα ή προβλήματα όπως πχ πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι, ναυτία, αίσθηση κόπωσης είναι συνήθη.
- Δισταγμός για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Μερικά παιδιά διστάζουν για να μιλήσουν για τα συναισθήματά τους γιατί αναγνωρίζουν τις δυσκολίες των γονιών και δεν επιθυμούν να τους επιβαρύνουν.
Τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικές, όσο ισχυρότερη γίνεται η απειλή για την ζωή και την ακεραιότητα τους, τόσο μεγαλύτερες και πιο επίμονες είναι οι εμφανιζόμενες δυσκολίες.
Αν και οι περισσότερες περιπτώσεις αντιδράσεων αποτελούν τυπικές και φυσιολογικές καταστάσεις για μια τέτοια δύσκολη και ασυνήθιστη κατάσταση, ένα παιδί χρειάζεται βοήθεια όταν υπάρχουν έντονα σημάδια στρες, ή όταν αναπτύσσονται άλλα πιο «κρυμμένα συμπτώματα», π.χ. γίνονται πιο ήσυχα και αποσυρμένα σε σχέση με πριν. Υπάρχουν παιδιά που εμφανίζονται να είναι πιο «αδιάφορα» ή «αναίσθητα». Δεν επιδεικνύουν θυμό ή ανησυχία ή τη λύπη τους, όπως ούτε χαρά ή ευχάριστά συναισθήματα. Κλείνονται στον εαυτό τους. Συχνά παραβλέπουμε ή υποτιμάμε αυτή την δεύτερη ομάδα συμπτωμάτων.
Συμβουλές προς τους γονείς
- Μιλήστε! Συζητείστε με τα παιδιά για το τι σκέφτονται και νιώθουν. Μη φοβάστε ότι αυτό θα επιδεινώσει την κατάσταση. Το αντίθετο μάλλον.
- Να είστε υπομονετικοί. Προσπαθήστε να παραμείνετε ήρεμοι και με κατανόηση στις ανησυχίες και ερωτήματα τους. Τα παιδιά αντιλαμβάνονται με διαφορετικό τρόπο τις καταστάσεις και τα γεγονότα.
- Ελέγξτε τι βλέπουν τα παιδιά στην τηλεόραση. Βοηθήστε τα να ξεχωρίζουν τα πραγματικά γεγονότα από τις υπερβολές και τους συναισθηματισμούς. Μην τα αφήσετε σε υπερβολική έκθεση πληροφοριών/ειδήσεων, κυρίως χωρίς ερμηνεία των όσων παρουσιάζονται.
- Δώστε τους τρόπους για να εκτονώσουν το άγχος τους (μέσα πχ από το παιχνίδι, την ζωγραφική).
- Δώστε φωνή και στα θετικά γεγονότα. Ακόμα και σε δύσκολες καταστάσεις, ορισμένες πράξεις ή/και γεγονότα μπορεί να φανούν θετικά ή ευχάριστα.
- Προσπαθήστε να παραμείνετε όσο το δυνατό πιο ήρεμοι και ψύχραιμοι. Τα παιδιά καταλαβαίνουν πότε οι γονείς είναι ανήσυχοι και αγχωμένοι. Αυτό αποτελεί και σήμα έναρξης για το δικό τους άγχος. Διατηρείστε όσο το περισσότερο δυνατό την ψυχραιμία σας. Πείτε στα παιδιά σας ότι τέτοια γεγονότα συμβαίνουν εξαιρετικά σπάνια και είναι μάλλον απίθανο να συμβεί σε εσάς. Ή ακόμα κι αν συμβεί και προσβληθεί κάποιος από το ιό ότι είναι σπάνιο να εμφανίσει πολύ σοβαρά συμπτώματα.
- Καθησυχάστε το παιδί. Καθησυχάστε το παιδί όσο αυτό το έχει ανάγκη αλλά μην παρέχετε ψευδείς διαβεβαιώσεις με λέξεις όπως «ποτέ» (πχ «Ποτέ δεν θα αρρωστήσω από τον ιό»).
- Απαντήστε στις ερωτήσεις των παιδιών. Μην αφήνετε χωρίς απάντηση όσα σας ρωτούν τα παιδιά και μην φοβάστε να δώσετε απαντήσεις. Απαντήστε με ειλικρίνεια αλλά και με τρόπο που τα παιδιά κατανοούν.
- Διατηρείστε ένα κανονικό πρόγραμμα. Διατηρείστε τους συνήθεις ρυθμούς και τις συνήθεις ρουτίνες (δραστηριότητες, προγράμματα) όσο περισσότερο το δυνατό για δραστηριότητες όπως το φαγητό και ο ύπνος, ή εγκαταστήστε νέες ρουτίνες. Δίνουν ένα αίσθημα ασφάλειας στα παιδιά (και στους ίδιους τους γονείς).
- Ενθαρρύνεται τα παιδιά να βοηθήσουν όσο , όπου και όπως μπορούν.
- Επικοινωνήστε με ένα ειδικό ψυχικής υγείας για βοήθεια, εάν το παιδί σας φαίνεται πολύ αγχωμένο, εάν έχει άλλες έντονες αντιδράσεις, ή εάν οι αντιδράσεις αυτές διατηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Οι παραπάνω ενέργειες μπορούν να προσφέρουν σημαντική βοήθεια και ανακούφιση στα παιδιά. Για το λόγο αυτό καλό είναι να εφαρμόζονται από τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς αλλά και από τους άλλους ενήλικές. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι γονείς θα αποφασίσουν τι είναι καλύτερο για το παιδί τους.
Ασπασία Παπαχίου, Ψυχολόγος – Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
M.Sc. Κλινικής Ψυχολογίας Πανεπιστήμιο Εδιμβούργου
Υπ. Διδάκτωρ Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης
www.apapachiou.gr/